Κι έτσι ξυπόλυτος σκοτώθηκε ο Παυλής το Δεκέμβρη
Κι έτσι ξυπόλητα μείναν τα ποδάρια του. Δεν τα λειώσε το
τανκ σου, Τζον, τα πόδια του,
κι έτσι ξυπόλυτος, Τζον, κι έτσι ξυπόλυτος
ο Παυλής τώρα σεργιανάει στην αθανασία.

(…)

Τι θέλεις, Τζον, εδώ πέρα; Γύρισε στην πατρίδα σου.
Η πατρίδα σου είναι μεγάλη, Τζον – είναι όμορφη η πατρίδα σου –
Είναι κείνα τα φώτα στην ομίχλη – και σε περιμένει, Τζον, η μάνα σου
Και σεργιανάει ο Βασιλέας Ληρ μες στην ομίχλη
Ο Βασιλέας Ληρ γδυμένος το βασιλικό του μεγαλείο και στο στέμμα του
Μ’ ένα κλαδάκι μοναχά αγριελιάς στα άσπρα μαλλιά του, ο Ληρ μες στην
Ομίχλη του Λονδίνου
Ο Ληρ – όχι πια βασιλιάς – μα κάτι πιότερο, Τζον, ο Ληρ άνθρωπος
Ο Ληρ μες στην ομίχλη του Λονδίνου γυρεύοντας την Κορδέλλια
Ο Ληρ, Τζον, με τα βρώμικα γένεια του, τυφλός
Ψάχνοντας με τα δάχτυλά του δίχως δαχτυλίδια
Ψάχνοντας τον αγέρα και την καρδιά μας να πιάσει το χέρι της αγάπης
Τυφλός ο Ληρ πλέοντας όλος μες στο θάμπος της αγάπης
Και κείνα τα φώτα στην ομίχλη φκιάχνοντας ένα φωτοστέφανο
Γύρω στ’ αχτένιστα μαλλιά του Ληρ – Κι εμείς αγαπάμε, Τζον, το Ληρ
Κι ο Βεάκης έπαιξε το Ληρ στα θέατρά μας, Τζον,
Ο Βεάκης, Τζον, που με το φωτοστέφανο του Ληρ
Κάθεται αυτή την ώρα, Τζον, πίσω απ’ τ’ οδόφραγμα της Κυψέλης
Αυτήν την ώρα, Τζον, που ανηφοράει το τανκ σου στην Κυψέλη –
Και μεις, Τζον,
Πολύ αγαπάμε την Κορδέλλια, θαρρώ την αδελφούλα σου
Τη λένε Κορδέλλια. Κι η Κορδέλλια σε περιμένει, Τζον,
Να συνεχίσετε το διάβασμα των στίχων του Βύρωνα.
Νάτος ο Λόχος, Τζον, του Λόρδου Βύρωνα
Ο Λόχος, Τζον, των φοιτητών μπροστά στο τανκ σου, Τζον. Δε βλέπεις;

(…)

Τι θόρυβο που κάνουν, Τζον, τα κανόνια σας;
Δεν μ’ ακούς; Πού να μ’ ακούσεις! Τα κανόνια σας
σας σκότωσαν πάλι το Γιωργάκη, που τον είχαν σκοτώσει οι Γερμανοί.
Σκότωσαν πάλι το Βαγγέλη, που τον είχαν σκοτώσει οι Γερμανοί.
Σκότωσαν πάλι τον Φούτσικ, στην Ελλάδα του Δεκέμβρη.
Σκότωσαν πάλι τον Βύρωνα που ‘χε πεθάνει για την Ελλάδα.
Σκότωσαν πάλι τον Περί.
Σκότωσαν πάλι τον Πέτρο.
Σκότωσαν πάλι τη Ζόγια.
Σκότωσαν πάλι την Ηλέκτρα.
Σκότωσαν πάλι τον Αλέκο
Σκότωσαν, Τζον, τους διακόσιους μας.
Σκότωσαν, Τζον, όλους εκείνους που ‘χαν σκοτωθεί για το καλό του κόσμου.
Μα, Τζον, τέλος πάντων, δεν τόμαθες;
Μπορεί να σκοτωθούν οι αγωνιστές της λευτεριάς του κόσμου;
Δεν τόμαθες ακόμη Τζον; Τα κανόνια σας
Μόνο την ιστορία σας, σκότωσαν τα κανόνια σας
στην Ελλάδα του Δεκέμβρη.

Από τις «Γειτονιές του Κόσμου», του Γιάννη Ρίτσου

 

(Στη φωτό Αγγλοι σε επιχείρηση έξω από τα γραφεία του ΕΑΜ στην οδό Κοραή)